Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΠΡΟΛΟΓΟΣ (στ. 1-99) -ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Πολυαγαπημένη μου αδελφή, Ισμήνη, άραγε ξέρεις αν υπάρχει καμιά από τις συμφορές που μας κληροδότησε ο Οιδίποδας, την οποία να μην στέλνει ο Δίας σε μας, ενώ ακόμη εμείς οι δύο είμαστε ζωντανές; Γιατί τίποτε δεν υπάρχει, ούτε λυπηρό, ούτε γεμάτο συμφορές, ούτε άπρεπο, ούτε επονείδιστο, που εγώ να μην έχω δει μέσα στα δικά σου και τα δικά μου βάσανα. Και τώρα τι είναι πάλι αυτή η διαταγή που λένε ότι διακήρυξε ο στρατηγός πριν από λίγο σε όλους τους πολίτες; Ξέρεις τίποτε κι άκουσες; Ή σου διαφεύγει ότι τους αγαπημένους μας απειλούν κακά που ταιριάζουν στους εχθρούς;

ΙΣΜΗΝΗ: Σ’ εμένα τουλάχιστον, Αντιγόνη, καμιά είδηση δεν έφτασε για αγαπημένα πρόσωπα, ούτε ευχάριστη ούτε δυσάρεστη, από τότε που εμείς οι δύο στερηθήκαμε τα δυο μας αδέλφια, που σκοτώθηκαν μέσα σε μια μέρα με αμοιβαίο φόνο. Από τότε όμως που τράπηκε σε φυγή τη νύχτα αυτή ο στρατός των Αργείων, τίποτε περισσότερο δεν ξέρω, ούτε ότι είμαι πιο ευτυχισμένη ούτε πιο δυστυχισμένη.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Ήμουν σίγουρη, και γι’ αυτό ζήτησα να σε φέρω έξω από τις αυλόπορτες, για να τα ακούσεις μόνη.

ΙΣΜΗΝΗ: Τι είναι λοιπόν; Γιατί δείχνεις ότι κάποια είδηση σε βασανίζει.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Γιατί μήπως ο Κρέοντας από τους δυο μας αδελφούς, τον ένα έκρινε άξιο ταφής, ενώ τον άλλο ανάξιο να ταφεί; Τον Ετεοκλή, αφού του φέρθηκε, όπως λένε, με δίκαιη κρίση και σύμφωνα με το νόμο, διέταξε να τον θάψουν κάτω από τη γη, ώστε να είναι τιμημένος ανάμεσα στους νεκρούς, αλλά το πτώμα του Πολυνείκη, που σκοτώθηκε με άθλιο τρόπο, λένε πως έχει διακηρυχθεί στους πολίτες να μην το θάψει κανείς, ούτε να το θρηνήσει, αλλά να το αφήσουν άκλαυτο και άταφο, ευχάριστο εύρημα για τα όρνια που λαίμαργα ψάχνουν για την τροφή τους. Τέτοια λένε ότι έχει κηρύξει δημόσια ο Κρέοντας ο «καλός» για σένα και για μένα – ναι, λέω και για μένα – και ότι έρχεται εδώ για να διακηρύξει αυτά ώστε να είναι καθαρά σ’ αυτούς που δεν τα ξέρουν, και ότι δε θεωρεί το θέμα αυτό ως κάτι ασήμαντο, αλλά ότι περιμένει θάνατος με δημόσιο λιθοβολισμό στην πόλη όποιον κάνει κάτι απ’ αυτά. Τα ξέρεις τώρα αυτά και γρήγορα θα δείξεις αν γεννήθηκες με αριστοκρατική καταγωγή και γενναία στο ήθος ή τιποτένια από ευγενική γενιά.

ΙΣΜΗΝΗ: Δύστυχη αδελφή μου, αν έτσι έχουν τα πράγματα, τι παραπάνω θα μπορούσα να προσφέρω εγώ με το να χαλαρώνω ή να σφίγγω τον κόμπο;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Σκέψου αν θα με βοηθήσεις και θα συνεργαστείς μαζί μου.

ΙΣΜΗΝΗ: Για ποια επικίνδυνη πράξη μιλάς; Τι έχεις άραγε στο μυαλό σου;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Αν θα σηκώσεις το νεκρό μ’ αυτό εδώ το χέρι.

ΙΣΜΗΝΗ: Αλήθεια, σκέφτεσαι να τον θάψεις, αν και απαγορεύεται ρητά στους πολίτες;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: (Θα θάψω) τον δικό μου βέβαια και τον δικό σου αδελφό, αν εσύ δεν θέλεις. Γιατί εγώ δεν θα κατηγορηθώ ότι τον πρόδωσα.

ΙΣΜΗΝΗ: Απερίσκεπτη, ενώ το έχει απαγορεύσει ο Κρέοντας;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Μα αυτός δεν έχει κανένα δικαίωμα να με εμποδίζει από τους δικούς μου.

ΙΣΜΗΝΗ: Αλίμονο! Σκέψου, αδελφή μου, πόσο μισητός και ντροπιασμένος μας χάθηκε ο πατέρας μας, αφού χτύπησε δυνατά τα δυο του μάτια με το ίδιο του το χέρι για τα αμαρτήματα που μόνος του έφερε στο φως• ύστερα η μάνα και γυναίκα του, διπλό όνομα (για ένα και το αυτό πρόσωπο), πεθαίνει ντροπιασμένη με πλεκτή θηλιά• και τρίτο, τα δυο μας αδέλφια, που αλληλοσκοτώθηκαν οι δύστυχοι μέσα σε μια μέρα, βρήκαν αμοιβαίο θάνατο με χέρια που σήκωσαν ο ένας εναντίον του άλλου. Και τώρα πάλι σκέψου πόσο ατιμωτικά θα χαθούμε, έτσι που έχουμε μείνει ολομόναχες, αν παραβούμε την απόφαση ή την εξουσία του βασιλιά παραβιάζοντας το νόμο. Αλλά πρέπει να καταλάβεις το εξής, ότι δηλαδή γεννηθήκαμε γυναίκες και ότι δεν μπορούμε να τα βάζουμε με άνδρες• κι έπειτα (να καταλάβεις) ότι εξουσιαζόμαστε από ισχυρότερους, ώστε να υπακούμε σ’ αυτά και σε ακόμη πιο οδυνηρά από αυτά. Εγώ λοιπόν, αφού παρακαλέσω αυτούς που βρίσκονται στον Κάτω κόσμο να με συγχωρήσουν, επειδή κάνω αυτά χωρίς τη θέλησή μου, θα υποταχτώ στους άρχοντες• γιατί το να κάνει κανείς πράγματα ανώτερα από τις δυνάμεις του δεν έχει κανένα νόημα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Ούτε θα σε παρακαλούσα ούτε θα δεχόμουν με ευχαρίστηση τη σύμπραξή σου, έστω κι αν τώρα πια θα ήθελες να με βοηθήσεις. Αλλά έχε όποια γνώμη θέλεις, εγώ όμως εκείνον θα τον θάψω• γιατί θα είναι ωραίο για μένα, αφού κάνω αυτό, να πεθάνω• θα αναπαύομαι μαζί του αγαπημένη πλάι σε αγαπημένο, αφού διαπράξω μια ιερή παρανομία• γιατί είναι περισσότερος ο χρόνος που θα πρέπει να αρέσω σ’ αυτούς που βρίσκονται στον κάτω κόσμο παρά σ’ αυτούς που είναι εδώ πάνω, γιατί αιώνια εκεί θα κείτομαι• εσύ όμως, αν το κρίνεις σωστό, περιφρόνα όσα είναι τίμια για τους θεούς.

ΙΣΜΗΝΗ: Μα εγώ δεν τα περιφρονώ αυτά, όμως από τη φύση μου είμαι ανίκανη να κάνω κάτι ενάντια στη θέληση των πολιτών.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Μπορείς εσύ αυτά να προφασίζεσαι• εγώ όμως θα πάω να σωρεύσω χώμα και να σηκώσω τύμβο για τον πολυαγαπημένο μου αδελφό.

ΙΣΜΗΝΗ: Αλίμονο, δυστυχισμένη, πόσο πολύ φοβάμαι για σένα!

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Μην ανησυχείς για μένα• για τη δική σου μοίρα φρόντιζε.

ΙΣΜΗΝΗ: Όμως, τουλάχιστον, μην αποκαλύψεις αυτό το σχέδιο σε κανέναν, αλλά κράτησέ το μυστικό και το ίδιο θα κάνω κι εγώ.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Αλίμονο, διακήρυξέ το σε όλους• πολύ πιο μισητή θα είσαι αν σιωπήσεις, παρά αν σε όλους τα διαλαλήσεις αυτά εδώ.

ΙΣΜΗΝΗ: Έχεις θερμή καρδιά για πράγματα ψυχρά.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Ξέρω όμως ότι είμαι αρεστή σε κείνους που πρέπει περισσότερο να αρέσω.

ΙΣΜΗΝΗ: Ναι, αν βέβαια θα έχεις και τη δύναμη• αλλά επιδιώκεις πράγματα ακατόρθωτα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Λοιπόν θα σταματήσω, όταν πια δεν έχω δύναμη.

ΙΣΜΗΝΗ: Δεν πρέπει όμως καθόλου να κυνηγάει κανείς τα αδύνατα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Αν συνεχίσεις να τα λες αυτά, θα μισηθείς βέβαια από εμένα, αλλά δίκαια θα σε μισεί για πάντα κι ο νεκρός. Αλλά άφησε εμένα και τη δική μου αφροσύνη να πάθω αυτό το κακό• γιατί δε θα πάθω τίποτε τόσο φοβερό, ώστε να μην πεθάνω έντιμα.

ΙΣΜΗΝΗ: Λοιπόν προχώρα, αν αυτό σου φαίνεται καλό• όμως αυτό να ξέρεις, ότι πηγαίνεις βέβαια χωρίς νου, αλλά αληθινά αγαπημένη στους αγαπημένους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου